Ποινικό δίκαιο και πανδημία

Οι αυστηρές ποινές υποδεικνύουν την κρισιμότητα της κατάστασης.

Στις 11 Μαρτίου ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, κήρυξε τον ιό COVID-19 ως «πανδημία», που απειλεί την παγκόσμια υγεία. Η αντιμετώπιση αυτού του σοβαρού προβλήματος, αφορά κατά κύριο λόγο την ευρύτερη ιατρική επιστημονική κοινότητα. Ωστόσο, αρωγοί στην προσπάθειά τους αυτή, οφείλουν να είναι και άλλοι επιστημονικοί κλάδοι, οι οποίοι θα πρέπει να συνεισφέρουν με τα δικά τους μέσα στην αντιμετώπιση της κρίσης.

Η κυβέρνηση με τις από 25.2.2020 και 11.3.2020 Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου (ΠΝΠ), που είχαν ως στόχο «τον περιορισμό της διασποράς του ιού», επέβαλε περιορισμό  στην ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών. Στους παραβάτες θα επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ύψους 150 ευρώ, ενώ στις επιχειρήσεις που παραβιάζουν τα μέτρα, επιβάλλεται με αιτιολογημένη πράξη της αρμόδιας αρχής, διοικητικό πρόστιμο (5.000) ευρώ. Μέτρα, τα οποία εν πολλοίς οι πολίτες θεώρησαν αυστηρά και τα αντιμετώπισαν  με έντονη δυσαρέσκεια. Ωστόσο,  η αλήθεια είναι πως οι διοικητικές αυτές κυρώσεις, φαντάζουν σαν  «χάδι» μπροστά στις ποινικές, που  δύναται υπό περιπτώσεις να επιβληθούν.

Το «βαρύ πυροβολικό» της νομικής επιστήμης, το ποινικό δίκαιο, στο άρθρο 285  ορίζει:

«1. Όποιος παραβιάζει τα μέτρα που έχει διατάξει ο νόμος ή η αρμόδια αρχή για να αποτραπεί η εισβολή ή η διάδοση μιας μεταδοτικής ασθένειας τιμωρείται: α) με φυλάκιση έως τρία έτη ή χρηματική ποινή αν από την πράξη μπορεί να προκύψει κοινός κίνδυνος για ζώα , β) με φυλάκιση και χρηματική ποινή αν από την πράξη μπορεί να προκύψει κίνδυνος μετάδοσης της ασθένειας σε αόριστο αριθμό ανθρώπων.

  1. Αν η παραβίαση είχε ως αποτέλεσμα μεταδοθεί η ασθένεια σε ζώα, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον τριών ετών και χρηματική ποινή, και αν είχε ως αποτέλεσμα να μεταδοθεί σε άνθρωπο, επιβάλλεται κάθειρξη έως δέκα έτη.
  2. Αν η παραβίαση είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο άλλου επιβάλλεται κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών και αν προκλήθηκε ο θάνατος μεγάλου αριθμού ανθρώπων, το δικαστήριο μπορεί να επιβάλει ισόβια κάθειρξη.
  3. Όποιος στις περιπτώσεις της παρ 1 παραβιάζει τα μέτρα από αμέλεια, τιμωρείται: α) στην περίπτωση του στοιχ. α΄ με χρηματική ποινή ή παροχή κοινωφελούς εργασίας και β) στην περίπτωση του στοιχ. β΄ με φυλάκιση έως δύο έτη ή χρηματική ποινή».

Πρόκειται  για μία νέα διάταξη, η οποία τέθηκε εν ισχύ με τις ευρύτατες νομοθετικές αλλαγές του Ιουλίου του 2019 και ουσιαστικά αντικατέστησε τα άρθρα 283 και 284 του παλαιότερου ποινικού κώδικα.   Ανήκει στην κατηγορία των «κοινώς επικίνδυνων» εγκλημάτων. Χαρακτηριστικό στοιχείο αυτών των εγκλημάτων είναι  ότι δύναται να απειλήσουν ένα αόριστο αριθμό ανθρώπων. Προασπίζει το έννομο αγαθό της δημόσιας υγείας.

Ειδικότερα, πρόκειται για έγκλημα «αφηρημένης διακινδύνευσης» ή άλλως, «αφηρημένης επικινδυνότητας». Η στοιχειοθέτηση  της αντικειμενικής υπόσταση των εγκλημάτων αυτών,  αρκείται  μόνο στην  αφηρημένη διαπίστωση ότι ενδέχεται μέσω κάποιας συγκεκριμένης ενέργειας ή (παράλειψης) από πλευράς του δράστη, να επέλθει κάποιος «μελλοντικός και αβέβαιος κίνδυνος» για τη δημόσια υγεία.

Η «βασική» μορφή τους εγκλήματος που κατοχυρώνεται στην παράγραφο 1 τιμωρείται πλημμεληματικά. Αποτελεί ωστόσο, ένα «σοβαρό πλημμέλημα» δεδομένου ότι ενδέχεται να επιβληθεί  στο δράστη η αυστηρότερη ποινή που  μπορεί να επισύρει ένα πλημμέλημα, ήτοι αυτή της πενταετούς φυλάκισης! Θα πρέπει να παρατηρηθεί πως όσον αφορά τη στοιχειοθέτησή του, δεν απαιτείται να επέλθει παράλληλα και η προσβολή του εννόμου αγαθού, ήτοι η βλάβη της δημόσιας υγείας. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως ένας φορέας του ιού, ο οποίος παραβιάζει τα μέτρα προσωπικής αυτοαπομόνωσής του (καραντίνα), από το κοινωνικό σύνολο, αυτομάτως ενέχει ποινική ευθύνη χωρίς να απαιτείται  εν τοις πράγμασι  να πλήξει  και  την υγεία  άλλων προσώπων!

Μάλιστα, κατά ρητή επιταγή της παραγράφου 4 του ως άνω άρθρου, υποκειμενικά, το έγκλημα μπορεί να τελεστεί ακόμα και με υπαιτιότητα αμέλειας!  Επί παραδείγματι, έστω πως κάποιος  έχει  συμπτώματα της μεταδοτικής νόσου (αλλά δεν είχε επιβεβαιώσει ακόμα  ότι νοσεί από αυτή), αν αντί να απομονωθεί, επιλέξει να κυκλοφορεί ελεύθερα στο κοινωνικό σύνολο, τότε ενέχει ποινική ευθύνη τουλάχιστον για τη βασική πλημμεληματική  μορφή του εγκλήματος.

Η διαφοροποίηση του εγκλήματος με υπαιτιότητα δόλου (βλ παρ 1), έναντι της αντίστοιχης από αμέλεια (βλ παρ 4) αφορά μόνο τη διαβάθμιση του αξιοποίνου και όχι  τη θεμελίωση αυτού. Έτσι, η τέλεση του εγκλήματος με αμέλεια, επισύρει «φυλάκιση έως δύο έτη και χρηματική ποινή», ενώ αν αυτό τελεστεί με πρόθεση (δόλο), τότε  ο δράστης μπορεί να τιμωρηθεί με φυλάκιση έως και πέντε έτη!

Στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου, υπάγονται οι «διακεκριμένες» μορφές του εγκλήματος που επισύρουν κακουργηματικές ποινές!

Η διαφοροποίησή  τους σε σχέση με τη βασική μορφή του εγκλήματος της παραγράφου 1 (πλημμέλημα) έγκειται,  στο γεγονός πως για τη θεμελίωση της αντικειμενικής τους υπόστασης, δεν αρκεί απλώς και μόνο η διακινδύνευση του προστατευόμενου εννόμου αγαθού, αλλά απαιτείται  παράλληλα και βλάβη αυτού (μετατροπή σε έκ του αποτελέσματος διακρινόμενο έγκλημα)!

Έτσι, το δικαστήριο, σύμφωνα με την 2η  παράγραφο, μπορεί να επιβάλλει ποινή πρόσκαιρης καθείρξεως έως 10 ετών, αν η ασθένεια μεταδόθηκε σε άλλον άνθρωπο, ενώ κατά την παράγραφο 3,  αν η παραβίαση είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο ενός ή περισσοτέρων ανθρώπων,  μπορεί να επιβληθεί κάθειρξη πρόσκαιρη τουλάχιστον 10 ετών, έως και ισόβια! Φυσικά, οι  «διακεκριμένες» κακουργηματικές μορφές  του εγκλήματος, απαιτούν αποκλειστικά υπαιτιότητα δόλου.

Εν συνόλω το άρθρο 285 στοιχειοθετεί μια «εν λευκώ ποινική» διάταξη. Αυτό σημαίνει πως οι προϋποθέσεις της ποινικής αξιολόγησης , δεν περιγράφονται  ρητά στον συγκεκριμένο ποινικό νόμο, αλλά σε άλλους  παραπεμπόμενους νόμους (τυπικούς ή ουσιαστικούς) βλ  εν προκειμένω τις από  25.2.2020, 11.3.2020 και 20.3.2020  Πράξεις Νομοθετικού Περιερχομένου.

Στο πλαίσιο αυτό ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου εξέδωσε την από 12.3.2020 Εγκύκλιο προς τους Εισαγγελείς Εφετών και δι΄ αυτών στους Εισαγγελείς Πρωτοδικών της χώρας, τους οποίους προτρέπει να παρεμβαίνουν, κατά την κρίση τους σε «κάθε νόμιμη περίπτωση».

Ως εκ τούτου, το νομικό μας σύστημα παρουσιάζεται απόλυτα ικανό και έτοιμο να προσφέρει πολύτιμη αρωγή στις επιστήμες της υγείας, σχετικά με την αντιμετώπιση της διασποράς του ιού. Παρά ταύτα, είναι σαφές πως  το ποινικό δίκαιο, η εφαρμογή του και οι απειλούμενες ποινικές  κυρώσεις, δεν θα πρέπει να είναι ο κανόνας αλλά η εξαίρεση σε αυτή την κατάσταση! Θα πρέπει να είναι η ύστατη λύση!

Πρωτίστως, η αντιμετώπιση της κρίσης απορρέει από μέσα μας! Από την ανάγκη προστασίας της  ζωής  ημών και των συμπολιτών μας. Αυτό απαιτεί εσωτερική σοβαρότητα, υπομονή και συνέπεια όλων μας ως προς τις κατευθυντήριες  γραμμές που έχουν τεθεί από τους ειδικούς.

 

Δημοσιεύτηκε στην

Λουκάς Προυσανίδης

Δικηγόρος Αθηνών
Ποινικολόγος